Το πραξικόπημα της μπυραρίας: Η σκοτεινή εποχή του Χίτλερ, άρχισε με ένα μεγάλο φιάσκο

Συμπληρώνονται 90 χρόνια από το “πραξικόπημα της μπυραρίας”. Πώς οργανώθηκε και πώς απέτυχε. Η δράση του Χίτλερ, η Βαϊμάρη και η αρχή του εφιάλτη για την Ευρώπη (Pics)

Το  “πραξικόπημα της μπιραρίας “με το οποίο αποπειράθηκε για πρώτη φορά ο Χίτλερ, χωρίς επιτυχία, να καταλάβει την εξουσία της Γερμανίας,  συμπληρώνει ενενήντα χρόνια.

Τα ερωτηματικά πολλά για την ταραγμένη εκείνη εποχή, όπως  και το τι ακριβώς συνέβη το διήμερο 8 και 9 Νοεμβρίου 1923 κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος.

Πως όμως κατάφερε από υποδεκανέας του 16ου Βαυαρικού Συντάγματος Εφέδρων Πεζικού Λιστ κατά τη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, να πραγματοποιήσει λίγα χρόνια αργότερα πραξικόπημα, να φυλακιστεί και στο τέλος να εκλεγεί σε Φύρερ της Γερμανίας;

Η άνοδος της Ναζιστικής Γερμανίας

Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η γερμανική μοναρχία καταλύθηκε και, από το 1919, εγκαθιδρύθηκε η Δημοκρατία της Βαϊμάρης.

Για μια μικρή περίοδο μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα γεγονότα έδειχναν να στρέφουν τη χώρα προς τα αριστερά. Οι περισσότεροι από τους πολιτικούς ηγέτες της πρώτης μεταπολεμικής κυβέρνησής, ήταν Σοσιαλιστές, μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.

Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης (που ονομάστηκε έτσι, από το όνομα της πόλης όπου συντάχθηκε ο καταστατικός της χάρτης) δεν ξεπήδησε από τους πόθους μιας πλειοψηφίας του λαού, γεννήθηκε από την αλλαγή που επιβλήθηκε στη Γερμανία κατά την ώρα της ήττας της.

 

Νυρεμβέργη Σεπτέμβριος του 1923

Οι παράγοντες που οδήγησαν στον τελικό θρίαμβο του γερμανικού ολοκληρωτισμού είναι πολλοί και ποικίλοι. Ο πρώτος ήταν η αίσθηση ταπείνωσης που προερχόταν από την ήττα στο πόλεμο. Ο Γερμανικός λαός δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι ανίκητες στρατιές του είχαν νικηθεί στο Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ένας άλλος κύριος λόγος για την απήχηση του ολοκληρωτισμού είναι ο πληθωρισμός, από τον οποίο υπέφερε η Γερμανία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920.

Η απαρχή

Οι καταβολές του γερμανικού ολοκληρωτισμού ανάγονται στα 1919, όταν μια ομάδα εφτά ανδρών συναντήθηκε στο Μόναχο και ίδρυσε το Ναζιστικό Κόμμα. Αμέσως ο σκοτεινότερος από τους εφτά αναδείχθηκε ως ηγέτης τους. Ήταν ο Αδόλφος Χίτλερ, γεννημένος το 1889, γιος κατώτερου τελωνειακού υπαλλήλου της Αυστρίας.

Ο Χίτλερ πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του δυστυχισμένος και απροσάρμοστος. Το φθινόπωρο του 1905, εγκατέλειψε το σχολείο σε ηλικία 16 ετών χωρίς να πάρει απολυτήριο. Αποφάσισε να γίνει καλλιτέχνης και γι’ αυτό το λόγο, μετακόμισε στη Βιέννη, όπου αναγκάστηκε να βγάζει το λιγοστό ψωμί του, ως ευκαιριακός εργάτης  και ζωγράφος μικρών σκίτσων και υδατογραφιών.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Χίτλερ είναι υποδεκανέας του 16ου Βαυαρικού Συντάγματος Εφέδρων Πεζικού Λιστ, στο δυτικό μέτωπο.

Στις 16 Αυγούστου 1914 κατατάσσεται ως εθελοντής στον πρωσικό στρατό. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου παίρνει το παράσημο του Σιδηρού Σταυρού Δεύτερης Τάξης. Το 1916 ο Χίτλερ τραυματίζεται στο πόδι σε μια μάχη στη βόρεια Γαλλία. Στις αρχές Μαρτίου του 1917, έχοντας αναρρώσει, επιστρέφει στο μέτωπο, όπου το 1918 παρασημοφορείται με τον Σιδηρούν Σταυρό Πρώτης Τάξης.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1919 παίρνει μέρος για πρώτη φορά σε συνέλευση του Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (DAP, το οποίο αργότερα θα μετονομαστεί σε NSDAP).

 

Ο Χίτλερ το 1921

Για πρώτη φορά ανακαλύπτει ένα ταλέντο στον εαυτό του, το οποίο αναγνωρίζουν και άλλοι: Το να συναρπάζει τους ακροατές του και να διεγείρει συναισθήματα.

Εκείνο τον καιρό γνωρίζει και τον αντισημίτη συγγραφέα Ντίτριχ Έκαρτ, o οποίος συνειδητοποιεί ότι ο Χίτλερ είναι ικανός να κερδίσει τους εργάτες και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα υπέρ της ακροδεξιάς ιδεολογίας.

Είναι ένας από τους πρώτους, που το συνειδητοποίησε και γι’ αυτό υποστήριξε τον Χίτλερ με λόγια και έργα. Το 1920 γίνεται εκδότης της κομματικής εφημερίδας του NSDAP, “Λαϊκός Παρατηρητής”-Völkischer Beobachter.

Εκείνο το διάστημα ζει άνετα με τα χρήματα που κερδίζει ως πολιτικός ρήτορας. Γνωρίζει πολύ καλά ότι το NSDAP εξαρτάται πλέον απόλυτα από αυτόν και το εκμεταλλεύεται: τον Ιούλιο του 1921 αναγκάζει με ένα τελεσίγραφο το παλιό προεδρείο να παραιτηθεί και ψηφίζεται νέος πρόεδρος του κόμματος. Ο Χίτλερ είναι πλέον τοπική πολιτική φυσιογνωμία. Εκτός της Βαυαρίας, όμως, προκαλεί μάλλον θυμηδία παρά φόβο.

Το Πραξικόπημα

Ο Χίτλερ είχε σκοπό να καταγγείλει τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Έπρεπε να βρει την κατάλληλη  ευκαιρία για να πράξει. Αυτό συνέβη τη νύχτα της 8ης Νοέμβριου του 1923 όταν έμαθε ότι σε μια μεγάλη μπιραρία του Μονάχου την “Löwenbräukeller”, θα γινόταν μια συγκέντρωση 3.000 επιχειρηματιών με οικοδεσπότη την ηγεσία της Βαυαρικής Κυβέρνησης, τα μέλη της οποίας σκόπευε να απαγάγει.

Στις 8 Νοεμβρίου 1923 τα μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης του Κόμματος “φαιοχιτώνες”, υπό την ηγεσία του Χέρμαν Γκέρινγκ περικύκλωσαν την μπιραρία. Στις 8:30 ο Χίτλερ, ακολουθούμενος από μια μικρή ομάδα ένοπλων εισέβαλε στην μπιραρία. Η εμφάνισή τους προκάλεσε, όπως αναμενόταν, πανικό ανάμεσα στους παρευρισκόμενους.

Ο Χίτλερ πυροβόλησε μια φορά στον αέρα ουρλιάζοντας “Ησυχία!”. Προχώρησε, ακολουθούμενος από τον Γκέρινγκ, στο βάθρο των ομιλητών, ενώ οι “φαιοχιτώνες” συνέχισαν να εισέρχονται στην μπιραρία κυκλώνοντας τους πανικόβλητους παρευρισκόμενους. Ο επικεφαλής της Κυβέρνησης Γκούσταφ φον Καρ , του οποίου την ομιλία διέκοψε ο Χίτλερ, παραχώρησε το βάθρο του ομιλητή στον Χίτλερ, ο οποίος άρχισε αμέσως να αγορεύει, λέγοντας ότι άρχισε η Εθνική Επανάσταση και κανείς δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει τον χώρο, απειλώντας με την χρήση ενός πολυβόλου, που είχε εγκαταστήσει πίσω από το βάθρο.

 

Ναζιστές προετοιμάζονται για το Πραξικόπημα

Ανήγγειλε ότι τόσο η Βαυαρική όσο και η Κυβέρνηση του Ράιχ ανατράπηκαν και εγκαθιδρύθηκε προσωρινή επαναστατική Κυβέρνηση. Οι στρατώνες της Ράιχσβερ (γερμανικού στρατού) και της Αστυνομίας είχαν καταληφθεί, τα μέλη τους παρήλαυναν ήδη στην πόλη κάτω από την σβάστικα.

Φυσικά, όλα αυτά ήταν μια τεράστια μπλόφα, αλλά οι παρευρισκόμενοι δεν ήταν σε θέση να το γνωρίζουν. Ο Χίτλερ κάλεσε τον φον Καρ και τους αδελφούς φον Λόσοβ, Ότο, Αρχηγό του Βαυαρικού Στρατού, και Χανς, Αρχηγό της Αστυνομίας της Βαυαρίας, σε ένα μικρό δωμάτιο πίσω από την κεντρική αίθουσα και τους είπε ότι αυτός είναι ο νέος ηγέτης της Γερμανίας. Τους προσέφερε θέσεις στη νέα του Κυβέρνηση.

 

Πρωί 9 Νοεμβρίου στο Μόναχο

Οι τρεις άνδρες, γνωρίζοντας ότι η από πλευράς τους αποδοχή των νέων “θέσεων” αποτελούσε πράξη έσχατης προδοσίας, αρνήθηκαν. Ο Χίτλερ εξεμάνη, έβγαλε πάλι το πιστόλι του και τους είπε: “Κύριοι, έχω τέσσερις σφαίρες σε αυτό το όπλο: Μία για τον καθένα σας και μία για μένα!”. Υπό την απειλή της δολοφονίας τους, οι τρεις συμφώνησαν.

Σχεδόν αμέσως ύστερα κατέφθασε ο Λούντεντορφ, ο οποίος αποδέχτηκε τη θέση του Αρχηγού του Γερμανικού Στρατού, προέτρεψε τους τρεις άνδρες να υποστηρίξουν τον Χίτλερ και το ίδιο έκανε μιλώντας και προς τους παρευρισκόμενους. Εν τω μεταξύ, ο Ερνστ Ρεμ , ηγέτης των SA, επικεφαλής μιας ομάδας μαχητών του κατέλαβε το Υπουργείο Πολέμου, ενώ ο Ρούντολφ Ες κατέστρωνε το σχέδιο σύλληψης των αριστερών ηγετών της Βαυαρίας και των Εβραίων. Η προσπάθεια κατάληψης στρατώνων της Αστυνομίας και του Στρατού, όμως, αποκρούστηκε και απέτυχε.

Ο Χίτλερ σκόπευε να βαδίσει εναντίον του Βερολίνου και να ανατρέψει την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση (κατά το πρότυπο της Πορείας προς την Ρώμη του Μουσολίνι). Η ολέθρια παράλειψή του ήταν ότι δεν είχε προβλέψει την κατάληψη από τους SA των ραδιοφωνικών και των τηλεγραφικών σταθμών.

Όπως ήταν φυσικό, η Κυβέρνηση του Βερολίνου πληροφορήθηκε πολύ σύντομα τις ενέργειες των Ναζί και έδωσε σχετικές διαταγές για την κατάπνιξη του πραξικοπήματος.

 

Μόναχο, Μαρίενπλατς, 9 Νοεμβρίου 1923, κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος

Την επομένη ο Χίτλερ και ο Λούντεντορφ, επικεφαλής 3.000 ενόπλων υποστηρικτών τους, παρέλασαν στους δρόμους του Μονάχου με στόχο να συνενωθούν με τις δυνάμεις του Ρεμ που κατείχαν το Υπουργείο Πολέμου. Στην πλατεία Οντεόν , όμως, βρήκαν τον δρόμο κλεισμένο από αστυνομικές δυνάμεις, ο επικεφαλής των οποίων τους διέταξε να σταματήσουν και να παραδοθούν. Στην άρνηση των Ναζί να συμμορφωθούν, η Αστυνομία άνοιξε πυρ, αρχικά πυροβολώντας προειδοποιητικά μπροστά στα πόδια τους.

 

Χίτλερ και Μουσολίνι στη Βενετία στις 14/6/1934

Οι SA απάντησαν στους πυροβολισμούς και έγινε πραγματική μάχη, με 21 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, ανάμεσα στους οποίους και ο Γκέρινγκ, ο οποίος τραυματίστηκε στη βουβωνική χώρα. Μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο, όπου του χορηγήθηκε μορφίνη για την ανακούφιση των ισχυρών πόνων. Αυτή ήταν η έναρξη της εξάρτησης του Γκέρινγκ από την μορφίνη, από την οποία απαλλάχτηκε μόνο λίγο πριν τον θάνατό του στο τέλος της Δίκης της Νυρεμβέργης, 23 χρόνια αργότερα.

Με την έναρξη του πυρός, ο Χίτλερ έπεσε στο έδαφος, καθώς ο διπλανός του, με τον οποίο είχαν διασταυρωμένους βραχίονες για το σχηματισμό ανθρώπινης αλυσίδας χτυπήθηκε από σφαίρα και κατέπεσε, παρασύροντάς τον. Η πτώση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την εξάρθρωση του ώμου του. Ο σωματοφύλακάς του, Ούλριχ Γκραφ (Ulrich Graf), έσπευσε να τον καλύψει με το σώμα του και δέχτηκε αρκετές σφαίρες. Αυτή του η ενέργεια έσωσε την ζωή του Χίτλερ.

 

Πολίτες στην πλατεία Οντεοπλατς μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα

Ο πόνος που ένιωσε από τον εξαρθρωμένο ώμο του, όμως, έκανε τον Χίτλερ να αποθαρρυνθεί και έτρεξε να διαφύγει προς ένα παρακείμενο αυτοκίνητο, στο οποίο υπήρχαν κομματικά στελέχη. Παρά το ότι υπερτερούσαν αριθμητικά, οι Ναζί ακολούθησαν το παράδειγμα του ηγέτη τους και τράπηκαν σε φυγή. Οι μόνοι που συνέχισαν να βαδίζουν προς τους αστυνομικούς ήταν ο Λούντεντορφ και ο υπασπιστής του. Την ενέργεια αυτή του Χίτλερ οι Ναζιστές ιστορικοί προσπάθησαν να την δικαιολογήσουν, λέγοντας ότι ο Χίτλερ αναγκάστηκε να φύγει γιατί έπρεπε να μεταφέρει ένα τραυματισμένο παιδί στο τοπικό νοσοκομείο.

Η Φυλάκιση

Το πραξικόπημα κατεστάλη και ο Χίτλερ αναγκάστηκε να καταφύγει επί μερικές ημέρες στο σπίτι ενός φίλου του. Παρόλ’ αυτά, δεν απέφυγε την σύλληψη, η οποία έγινε στις 12 Νοεμβρίου. Παραπέμφθηκε, μαζί με τους άλλους πραξικοπηματίες, σε δίκη, κατηγορούμενος για έσχατη προδοσία.

Για την κατηγορία αυτή το μέγιστο της προβλεπόμενης ποινής ήταν η θανατική. Κατά την διάρκεια της προφυλάκισής του, υπέφερε από κρίσεις κατάθλιψης και σκεφτόταν μέχρι και την αυτοκτονία. Η δίκη ξεκίνησε στις 26 Φεβρουαρίου 1924 με Πρόεδρο τον δικαστικό Γκέοργκ Νάιτχαρντ.

Σύντομα, όμως, έγινε σαφές ότι στην Βαυαρική Κυβέρνηση υπήρχαν πολλοί συμπαθούντες των Ναζί, οι οποίοι δεν θα επέτρεπαν την αυστηρή τιμωρία του Ναζιστή ηγέτη.

 

Κατά την Δίκη των πραξικοπηματιών (1 Απριλίου 1924). Από αριστερά Πέρνετ, Βέμπερ Φρικ, Κρίμπελ, Λούντενντορφ, Χίτλερ, Μπρύκνερ, Ρεμ, Βάγκνερ

Η δίκη του Χίτλερ εξελίχτηκε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μετατραπεί σε κομματικό συνέδριο: Κάθε λέξη που είπε στο Δικαστήριο απολογούμενος γράφτηκε στις εφημερίδες που κυκλοφόρησαν την επόμενη, ενώ το Δικαστήριο εντυπωσιάστηκε από τις πολιτικές του απόψεις, τις οποίες, κατά παράβαση της Δικονομίας, του επέτρεψε να εκφράσει ελεύθερα.

Όπως αναμενόταν, το Δικαστήριο τον βρήκε ένοχο προδοσίας, αλλά η ποινή του ήταν μόνο πενταετής φυλάκιση, ενώ ανάλογες ήταν οι ποινές των άλλων μελών του Κόμματος που δικάστηκαν μαζί του: Ο Ρεμ καταδικάστηκε, ενώ ο Βίλχελμ Φρικ, παρά το ότι βρέθηκε ένοχος, αφέθηκε ελεύθερος. Ο Έριχ Λούντεντορφ αθωώθηκε. Ο Χίτλερ κλείστηκε σε φυλακή του τύπου “Festungshaft” (“φρούριο εγκλεισμού”).

 

Ο Χίτλερ σε ηλικία 35 ετών μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλακή του Landesberg, στις 20 Δεκεμβρίου 1924

Στην φυλακή αυτή τα κελιά ήταν σχετικά άνετα, οι συνθήκες κράτησης πολύ ήπιες, ενώ δεν υπήρχε καταναγκαστική εργασία. Οι επισκέψεις ήταν δυνατές σε καθημερινή βάση και ανεξάρτητες χρονικής διάρκειας.

Οι φυλακές αυτές προορίζονταν για άτομα στα οποία αναγνωριζόταν από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ότι είχαν έντιμα κίνητρα και απλά είχαν παραπλανηθεί. Τέτοιου τύπου ήταν η φυλακή του Λάντσμπεργκ αμ Λεχ , στην οποία και μεταφέρθηκε για να εκτίσει την ποινή του, η οποία από πενταετή φυλάκιση τελικά μετατράπηκε σε οκτάμηνη και πρόστιμο 500 μάρκων.

Ο Χίτλερ στους δρόμους του Μονάχου στις 9 Νοεμβρίου 1933 κατά τη διάρκεια του εορτασμού της 10ης Επετείου του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κινήματος

Οι άνετες συνθήκες που αντιμετώπισε κατά τον εγκλεισμό του στην φυλακή, επέτρεψαν στον Χίτλερ να υπαγορεύσει το βιβλίο του “Ο Αγών μου” (Mein Kampf) στον, επίσης καταδικασμένο πραξικοπηματία και γραμματέα του Ρούντολφ Ες.

Παρά το ότι ο Χίτλερ δεν πέτυχε τον άμεσο αντικειμενικό του σκοπό, δηλαδή την δια της βίας κατάληψη της εξουσίας με ένα μάλλον πρόχειρα οργανωμένο πραξικόπημα, πέτυχε κάτι άλλο, πολύ σημαντικό: Έκανε ολόκληρο τον Γερμανικό λαό να στρέψει το βλέμμα προς ένα ως τότε άσημο τοπικής εμβέλειας Κόμμα.

Αυτό διευκόλυνε την πραγματοποίηση της ιδέας του Χίτλερ για την κατάληψη της εξουσίας αυστηρά με συνταγματικά μέσα. Αποφάσισε να χειριστεί τον Γερμανικό λαό με τέτοιο τρόπο, ώστε να τον επιλέξει ως τον μελλοντικό του ηγέτη. Αυτό ασφαλώς προϋπέθετε μεγάλη προσπάθεια και ισχυρή οργάνωση του Κόμματος. Το αποτέλεσμα, τελικά, τον δικαίωσε εννέα χρόνια αργότερα, οπότε το Κόμμα του ήρθε πρώτο στις εθνικές εκλογές και ο ίδιος έλαβε την εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης ως Καγκελάριος.

Άνοδος των Ναζί στην εξουσία

Εννιά μήνες ύστερα από την καταδίκη του, ο Χίτλερ αποφυλακίζεται και αναλαμβάνει πάλι την αρχηγία του Κόμματος. Η Γερμανία έχει ως Πρόεδρο Δημοκρατίας τον ήρωα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, ο οποίος την στρέφει σιγά σιγά σε πιο συντηρητικό δρόμο και είναι ιδεολογικά αντίθετος με τον φιλελευθερισμό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και πολύ αυταρχικός.

Ο Χίτλερ εκμεταλλεύεται όλες τις συγκυρίες, την άνοδο δημοτικότητας των κομμουνιστικών κομμάτων και τον αυταρχισμό του Χίντενμπουργκ, και στις εκλογές του 1932 το Κόμμα του έρχεται πρώτο σε ψήφους, χωρίς όμως να καταφέρει να πάρει απόλυτη πλειοψηφία. Ο Πρόεδρος αρνείται να αναθέσει την Καγκελαρία στον Χίτλερ, καθώς δεν τον συμπαθεί καθόλου, και την αναθέτει στον Κουρτ φον Σλάιχερ, του οποίου, όμως, οι προσπάθειες σχηματισμού βιώσιμης κυβέρνησης αποτυγχάνουν.

 

Η Ναζιστική νεολαία τιμά τον άγνωστο στρατιώτη διαμορφώνοντας τη σβάστικα στις 27/8/1933

Το ναζιστικό καθεστώς είναι πλέον μια στυγνή αντισημιτική, αντιφιλελεύθερη, αντικομμουνιστική δικτατορία. Έχοντας το πρόσχημα του κοινοβουλευτισμού με εξασφαλισμένη πλειοψηφία στο Ράιχσταγκ, είναι σε θέση να ψηφίζει ολοσχερώς αντιδημοκρατικούς νόμους.

Στις 2 Αυγούστου του 1934 πεθαίνει ο Πρόεδρος Χίντενμπουργκ. Το ελεγχόμενο από τους Ναζί Ράιχσταγκ ψηφίζει διάταγμα, με το οποίο συγχωνεύονται Καγκελαρία και Προεδρία. Ο Χίτλερ αναλαμβάνει τα καθήκοντα και των δύο, παίρνοντας τον τίτλο “Führer und Reichskanzler” (Ηγέτης και Καγκελάριος του Ράιχ).

 

Συνέδριο του Ναζιστικού κόμματος στη Νυρεμβέργη στις 10/9/1935

Ο αντισημιτισμός και ο ρατσισμός του Ναζιστικού Κόμματος εκφράζονται για πρώτη φορά επίσημα με τη λήψη μέτρων στο Συνέδριό του στη Νυρεμβέργη. Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1935 το Συνέδριο υιοθετεί αυτά τα μέτρα, δημιούργημα του Χίτλερ, τα οποία έγιναν γνωστά ως “Νόμοι της Νυρεμβέργης”.

Ο πρώτος, γνωστός ως “νόμος του Γερμανού πολίτη”  αφαιρούσε τη γερμανική υπηκοότητα από τους Εβραίους, αποκαλώντας τους “υποτελείς της Πολιτείας”.

Η αρχή του κακού είχε γίνει.

Βιβλιογραφία:

E.M Burns: Ευπωπαική Ιστορια: Ο  Δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι χρόνοι

Alan Bullock: Χίτλερ: Έρευνα ενός Τυράννου

Taylor A.J.R: The origins of the Second World War

William Shirer: The Rise and Fall of the 3rd Reich

Πηγές:

wikipedia

Le Monde Diplomatique

theatlantic.com

friendsreunited.com

eyewitnesstohistory.com