Η μόλυνση του αέρα ευθύνεται για περισσότερα εμφράγματα από όσα μπορεί να προκαλέσει η χρήση κοκαΐνης και συνιστά κίνδυνο για την καρδιά, ανάλογου μεγέθους με το αλκοόλ, σύμφωνα με μια νέα βελγική επιστημονική έρευνα.
Η σωματική υπερπροσπάθεια, το σεξ, ο θυμός, η μαριχουάνα, οι μολύνσεις του αναπνευστικού συστήματος κ.ά. μπορούν επίσης να προκαλέσουν έμφραγμα στους ανθρώπους, σε διαφορετικό βαθμό η κάθε περίπτωση, όμως η μόλυνση της ατμόσφαιρας, ιδίως από την υπερβολική κυκλοφορία οχημάτων, αποτελεί τον ένοχο που επιδρά στο αναλογικά μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Τιμ Νόουροτ του Κέντρου Περιβαλλοντικών Επιστημών του πανεπιστημίου Χάσελτ και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Καθολικού Πανεπιστημίου Λουβέν του Βελγίου, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο ιατρικό περιοδικό “The Lancet”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, τονίζουν ότι η μόλυνση του αέρα πρέπει να ληφθεί πλέον σοβαρά υπόψη, όσον αφορά τους κινδύνους για την καρδιά. Πρέπει επίσης να παρακινήσει τους γιατρούς να σκεφτούν περισσότερο για τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, οι οποίοι έχουν μεγαλύτερη σημασία από άποψη δημόσιας υγείας, σε σχέση με τους επιμέρους ατομικούς παράγοντες κινδύνου.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί την μόλυνση του αέρα «μείζονα περιβαλλοντικό κίνδυνο για την καρδιά» και εκτιμά ότι προκαλεί περίπου 2 εκατ. πρόωρους θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο.
Οι Βέλγοι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους δεδομένα από 36 προηγούμενες ιατρικές έρευνες και υπολόγισαν τον σχετικό κίνδυνο για την καρδιά από τους επιμέρους παράγοντες, καταλήγοντας ότι ο υψηλότερος κίνδυνος για τον πληθυσμό, αναλογικά, είναι η μόνιμη έκθεση των ανθρώπων στο κυκλοφορικό και την μόλυνση του αέρα, ενώ οι άλλοι παράγοντες (αλκοόλ, καφές, κοκαΐνη, θυμός, κούραση κ.ά.) έπονται σε βαθμό επικινδυνότητας.
Οι επιστήμονες διευκρίνισαν ότι σε ατομικό επίπεδο η κοκαΐνη είναι ο πιο πιθανός παράγων να “πυροδοτήσει” ένα έμφραγμα, όμως επειδή η χρήση της είναι σπάνια, ο κίνδυνος από αυτήν στο σύνολο του πληθυσμού είναι σχετικά μικρός. Αντίθετα, επειδή πάρα πολλοί άνθρωποι είναι συνεχώς εκτεθειμένοι στην περιβαλλοντική μόλυνση, ο παράγων αυτός είναι πιο σοβαρός για ένα πληθυσμό.
Αν και το παθητικό κάπνισμα δεν συμπεριλήφθηκε στους παράγοντες που επιβαρύνουν τον αέρα, οι ερευνητές είπαν ότι οι συνέπειες από αυτό είναι πιθανό να είναι παρόμοιες με την μόλυνση της ατμόσφαιρας, επισημαίνοντας ότι, σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, όπου εφαρμόστηκε απαγόρευση καπνίσματος στους δημόσιους χώρους, υπήρξε σημαντική μείωση των εμφραγμάτων.
Μια ξεχωριστή, αλλά συναφής έρευνα από επιστήμονες του Εθνικού Πανεπιστημίου της Ταϊβάν διαπίστωσε ότι τα αιωρούμενα σωματίδια στον μολυσμένο αέρα επηρεάζουν, μερικές φορές δραματικά, την λειτουργία των πνευμόνων των παιδιών, καθώς η εισπνοή τους προκαλεί φλεγμονή στους αεραγωγούς και μπορεί να πυροδοτήσει άσθμα ή να επιδεινώσει τα συμπτώματά του. Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Εταιρίας Παιδιατρικής “Pediatrics”, επισημαίνει ότι τα παιδιά είναι πιο ευάλωτα στην μόλυνση του αέρα, επειδή οι αεραγωγοί των πνευμόνων τους είναι μικρότεροι και το ανοσοποιητικό σύστημά τους λιγότερο ανεπτυγμένο.